Ο ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΟΣ
Ἤθελε νά βοηθήσει τούς φτωχούς,
μά ποῦ νά βρεῖ τά χρήματα.
Τό 'θελε, ὅμως, πολύ.
Πρέπει κάποιος τρόπος νά βρεθεῖ.
Σκέφθηκε τήν Ἱστορία νά συμβουλευθεῖ, καί βρῆκε τόν Χριστό.
Χρήματα ὁ Χριστός δέν εἶχε, καί πλούτισαν χιλιάδες μέ ἕνα "Σταυρωθήτω".
Σήκωσε τότε κι ἐκεῖνος τόν Σταυρό του καί Τόν ἀκολούθησε.
Ἔτσι ἐπλούτισε ἡ φτωχολογιά καί ἔλαμψαν τά πρόσωπα πλούσιων καί φτωχῶν ἀπό εἰλικρινῆ χαρά.
Ζωντάνεψε τό ὄνειρό του.
Σ᾿ ἐκεῖνον φθάνει ἡ Ἀνάστασις.